Σάββατο 23 Ιουλίου 2011

ΟΙ ΔΕΣΜΕΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΜΑΡΣΑΛ

Το σχέδιο διάσωσης που αποφάσισαν οι Ευρωπαίοι για την Ελλάδα δίνει σίγουρα μια βαθιά ανάσα στην ελληνική οικονομία και στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Αυτό είναι αναμφισβήτητο, αλλά δεν είναι ξεκάθαρο το εάν η βαθιά αυτή ανάσα θα συνοδευτεί με νέα βάρη για τους Ελληνες.
Το επίσης σίγουρο είναι ότι η Ελλάδα και οι Ελληνες θα παραμείνουν υπό δέσμευση για πολλά ακόμη χρόνια και ακόμη, μετά την τελευταία εξέλιξη καθίσταται σαφές το ότι το μνημόνιο δεν είναι ήταν καθόλου αναγκαίο για τη χώρα, αφού υπήρχαν και υπάρχουν όπως φαίνεται και άλλοι δρόμοι διάσωσης.
Μιας και μιλάμε για ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ, θα ήταν χρήσιμο να θυμίσουμε τι ήταν το σχέδιο Μάρσαλ, που στόχευε, τι εξυπηρετούσε και ποιες δεσμεύσεις γέννησε για τη χώρα. Ισως βρούμε κάποιες ομοιότητες…
Με τον όρο σχέδιο Μάρσαλ που εκπονήθηκε το 1947 από τον Τζορτζ Μάρσαλ, υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ τότε, εννοούμε την οικονομική ενίσχυση κρατών της ευρωπαϊκής ηπείρου από τις ΗΠΑ την περίοδο έναρξης του Ψυχρού Πολέμου. Η οικονομική αυτή βοήθεια αποσκοπούσε αφενός στην τόνωση των οικονομιών τους που ήταν κατεστραμμένες από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και αφετέρου εξυπηρετούσε άμεσα την αμερικανική εξωτερική πολιτική, που επιθυμούσε να αποφευχθεί ο κίνδυνος να περιέλθουν οι χώρες αυτές στη σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης. Η χορηγία της βοήθειας αυτής δεν έγινε με διμερείς διαδικασίες αλλά, με όρους που τέθηκαν από την Ουάσιγκτον και περιλάμβαναν κυρίως την καταστολή των κομουνιστικών απειλών (π.χ. ελληνικός εμφύλιος) και την έμμεση περιστολή της ανεξαρτησίας τους.
Αν λοιπόν, και το νέο σχέδιο Μάρσαλ γεννά τις ίδια εξαρτήσεις για την Ελλάδα, τότε θα λέγαμε ότι δεν χρειάζονται και πολλά πανηγύρια, αλλά περίσκεψη και προβληματισμός για το μέλλον της χώρας και την εθνική της ανεξαρτησία…

ΟΤΑΝ ΟΙ ΔΙΑΔΗΛΩΤΕΣ ΕΜΠΑΙΝΑΝ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ

Εχουμε γράψει και άλλες φορές για τις ομοιότητες των ημερών που ζούμε με την προχουντική περίοδο και τη δεκαετία του ’60. Τα έχουμε αναφέρει όλα αυτά με αφορμή τα γεγονότα στην πλατεία της Συντάγματος και την αυθεντική διαμαρτυρία των «Αγανακτισμένων» στην οποία περιήλθαν, όμως, πολλές ετερόκλητες και περίεργες ομάδες.
Οι ομοιότητες με τη δεκαετία του ’60 είναι, όμως, πάρα πολλές και σε πολλά από τα γεγονότα. Οπως στην εισβολή στο κοινοβούλιο, η οποία έχει επιχειρηθεί τώρα, αλλά τη δεκαετία του ’60 έγινε. Διαβάζουμε από την «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας» του Σόλωνα Γρηγοριάδη: «Ηταν 3 Ιουλίου 1964, πρωθυπουργός της χώρας ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου, παππούς του σημερινού πρωθυπουργού, όταν μια πολυάριθμη ομάδα αντικυβερνητικών διαδηλωτών εισέβαλλε ση βουλή και συνεπλάκη με βουλευτές και υπουργούς. Τελικά η εισβολή απεκρούσθη και συνελήφθησαν 31 εισβολείς, οι οποίοι δικάστηκαν».
Το σημαντικότερο, όμως, είναι άλλο. Σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής όπως αναφέρει ο Σόλωνας Γρηγοριάδης, οι εισβολείς χαρακτηρίζονταν ως «αναρχικοί, «παρακρατικοί», «ακδροδεξιοί», «εντεταλμένα όργανα του χάους» και «ανατροπείς της Δημοκρατίας».
Σήμερα 47 χρόνια μετά, φαίνεται πω τίποτα δεν έχει αλλάξει. Φαίνεται πως όλα μένουν ίδια. Ακόμη και αυτοί που επιχειρούν κατά καιρούς να μπουν στη βουλή μάλλον από το ίδιο ετερόκλητο πλήθος και τις ίδιες ετερόκλητες ομάδες προέρχονται.
Τρία χρόνια μετά από εκείνη την εισβολή των διαδηλωτών στη βουλή, αυτή έκλεισε μια και καλή από τα τανκς της χούντας που κατέλυσαν τη δημοκρατία. Δυστυχώς η σημερινή περίοδο και τα γεγονότα μας δείχνουν ένα δρόμο που οδηγεί προς μια ανατροπή που τότε ονομάστηκε χούντα και σίγουρα σήμερα θα της βρούμε ένα άλλο όνομα, αν όχι το ίδιο…

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2011

ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΧΑΜΕΝΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ

Σκεπασμένα με την ελληνική σημαία ήταν τα φέρετρα των Κυπρίων στελεχών των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας που έχασαν τη ζωή τους στην έκρηξη της περασμένης Δευτέρας στη ναυτική βάση. Με αφορμή αυτή την εικόνα θα επαναφέρουμε ορισμένες παλιές σκέψεις μας για την Κύπρο, το νησί για το οποίο όπως πολλές φορές έχουμε γράψει, ο Γιώργος Σεφέρης έλεγε ότι εκεί νοιώθει τον Ελληνισμό πιο ευρύχωρο.
Η Κύπρος είναι ανεξάρτητο κράτος από το 1960 και έως το 1963 διοικείτο και από τις δύο κοινότητες, την πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων και τη μειοψηφία των Τουρκοκυπρίων που επί της ουσίας ήταν Κύπριοι μουσουλμάνοι, αλλά η αγγλική πολιτική του “Διαίρει και Βασίλευε” τους βάφτισε Τουρκοκύπριους στη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ (1955-59). Τόσο από το 1960 και την τριετία μέχρι το 1963 όταν οι Τουρκοκύπριοι αποσύρθηκαν από τα όργανα διοίκησης του κράτους και στη συνέχεια ακολούθησαν οι διακοινοτικές ταραχές, όσο και έως σήμερα, η Κύπρος είναι επί της ουσίας ένα δεύτερο ελληνικό κράτος. Ενα δεύτερο ελληνικό κράτος δίπλα στην Ελλάδα, με το οποίο η Ελλάδα δεν μπόρεσε να έχει ποτέ αρμονικές σχέσεις και με το οποίο η Ελλάδα δεν κατάφερε ποτέ να συμπλεύσει, μέχρι που η χούντα των Αθηνών το πρόδωσε το 1974.
Η δημιουργία ενός δεύτερου ελληνικού κράτους δίπλα στην Ελλάδα είναι μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία του ελληνικού εθνικισμού, ο οποίος δεν κατανόησε ποτέ τι συνέβη, με αποτέλεσμα η Ελλάδα και η Κύπρος να δημιουργήσουν αυτό στο οποίο αναφέρεται πλέον ολόκληρη βιβλιογραφία και το οποίο ονομάστηκε “η θεωρία των χαμένων ευκαιριών”. Χαμένες ευκαιρίες που ήταν πολλές και μεγάλες και που δεν ξέρουμε πότε και αν θα εμφανιστούν ξανά.

Η ΑΠΟΦΡΑΔΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ 15η ΙΟΥΛΙΟΥ 1974

Ηταν Δευτέρα 15 Ιουλίου 1974. Η ώρα ήταν 8.30 το πρωί όταν τα πρώτα άρματα μάχης άρχισαν να βγαίνουν από το στρατόπεδο της Κοκκινοτριμιθιάς και να κινούνται προς το Προεδρικό Μέγαρο της Λευκωσίας, το κτίριο Τηλεπικοινωνιών και το κτίριο της Αρχιεπισκοπής. Λίγα λεπτά αργότερα εκδηλώθηκε το υποκινούμενο από τη χούντα των Αθηνών και τις μυστικές υπηρεσίες δυτικών συμμάχων πραξικόπημα που σήμανε το τέλος της ενιαίας και αδιαίρετης Κύπρου.
Το πραξικόπημα είχε στόχο την ανατροπή του νόμιμου προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, του κατά κόσμον Μιχαήλ Μούσκου ή αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, αλλά επί της ουσίας στράφηκε κατά του Ελληνισμού και του ιδιαίτερου αυτού κομματιού του, της Κύπρου. Το πραξικόπημα άνοιξε το δρόμο, αποτέλεσε την αφορμή, για την τουρκική εισβολή και τελικά για την απώλεια μέρος του κυπριακού εδάφους, για την απώλεια μέρους εδαφών του Ελληνισμού.
Δευτέρα, 15 Ιουλίου 1974, αποφράδα ημέρα στην ελληνική ιστορία. Ημέρα που ένα κομμάτι του Ελληνισμού, αυτό που έκανε τον Σεφέρη να νοιώθει την Ελλάδα πιο ευρύχωρη, όπως έλεγε όταν επισκεπτόταν την Κύπρο, είχε προδοθεί και μάλιστα είχε προδοθεί από τους ίδιους τους Ελληνες. Ηταν η αρχή της προδοσίας και το τέλος της ενωμένης Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς μετά ακολούθησε η τουρκική εισβολή και η διχοτόμηση του νησιού που τείνει να παγιωθεί και να οδηγήσει όχι απλά στη ντε φάκτο, αλλά και στη ντε γιούρε αναγνώριση του ψευδοκράτους και της υφιστάμενης κατάστασης. Το τέλος της ενωμένης και αδιαίρετης Κύπρου γράφτηκε εκείνη την ημέρα, στις 15 Ιουλίου 1974 και γράφτηκε από ελληνικά χέρια, χέρια βαμμένα με αίμα, χέρια υπεύθυνα για την απώλεια μέρους του Ελληνισμού.

Σάββατο 2 Ιουλίου 2011

ΟΙ ΘΥΜΗΣΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ ΤΟ 2004

Νότα αισιοδοξίας, χαμόγελο ζωής. Υπάρχουν τέτοιες στιγμές και μάλιστα πολλές. Ο νους πάει πίσω επτά χρόνια. Ηταν ίσως η τελευταία φορά που οι Ελληνες γέλασαν και χάρηκαν πολύ. Που βγήκαν μαζικά στο δρόμο για να πανηγυρίσουν και ήταν όλοι μαζί. Είναι μια στιγμή της απόλυτης αντίθεσης και αντιδιαστολής με όσα συμβαίνουν σήμερα στη χώρα και το ελληνικό ποδόσφαιρο.
Μιλάμε για την κατάκτηση του Euro 2004, ένα αθλητικό, ένα ποδοσφαιρικό γεγονός, που είχε όμως κοινωνικές προεκτάσεις και που σε κάθε περίπτωση το αναφέρουμε και λόγω επετείου, αλλά και λόγω του ότι ήταν ένα από τα τελευταία γεγονότα που πρόσφεραν χαρά στους Ελληνες.Μεθαύριο Δευτέρα 4 Ιουλίου συμπληρώνονται επτά χρόνια από την ημέρα που η εθνική μας ομάδα ποδοσφαίρου στέφθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης στα γήπεδα της Πορτογαλίας, νικώντας σε εκείνο τον αξέχαστο τελικό την οικοδέσποινα ομάδα με 1-0και στέλνοντας τους απανταχού Ελληνες στα ουράνια.
Ο υπογράφων έζησε από κοντά όλη εκείνη την όμορφη περιπέτεια του καλοκαιριού του 2004. Εζησε όλες τις φάσεις και την πορεία προς το θρίαμβο και βίωσε τη συγκίνηση του Ελληνισμού και των Ελλήνων εκείνες τις ημέρες.Η κατάκτηση του Euro 2004, όμως, από την εθνική μας ομάδα έρχεται σήμερα επτά χρόνια μετά όχι μόνο ως μια μακρινή ανάμνηση, αλλά ως μια ανάμνηση που επαναφέροντάς τη επανέρχεται και το χαμόγελο.
Ερχεται ως μία από τις ωραίες στιγμές της χώρας, ως ορισμένα από τα τελευταία θετικά πράγματα που έχουν να θυμηθούν οι σημερινές γενιές της Ελλάδας του μνημονίου και όλα αυτά τα αναφέρουμε έχοντας επίγνωση του ότι αναφερόμαστε σε έναν απλοϊκό, αλλά και μαζικό χώρο όπως είναι αυτός του ποδοσφαίρου και δεν ξεχνάμε πως καμιά φορά τα απλά πράγματα στη ζωή δίνουν μεγάλες χαρές.